Pacht - translation to Αγγλικά
Diclib.com
Λεξικό ChatGPT
Εισάγετε μια λέξη ή φράση σε οποιαδήποτε γλώσσα 👆
Γλώσσα:

Μετάφραση και ανάλυση λέξεων από την τεχνητή νοημοσύνη ChatGPT

Σε αυτήν τη σελίδα μπορείτε να λάβετε μια λεπτομερή ανάλυση μιας λέξης ή μιας φράσης, η οποία δημιουργήθηκε χρησιμοποιώντας το ChatGPT, την καλύτερη τεχνολογία τεχνητής νοημοσύνης μέχρι σήμερα:

  • πώς χρησιμοποιείται η λέξη
  • συχνότητα χρήσης
  • χρησιμοποιείται πιο συχνά στον προφορικό ή γραπτό λόγο
  • επιλογές μετάφρασης λέξεων
  • παραδείγματα χρήσης (πολλές φράσεις με μετάφραση)
  • ετυμολογία

Pacht - translation to Αγγλικά


Pacht         
n. contract, rental, lease, tenancy, rent, charter, property leased, leasing contract, rental contract, socage, land tenancy, tenantship, act of allowing someone to use property in return for regular payments
leasehold      
adj. verpachtend, pachtend
tenant farmer         
  • Hof]]
FARMER WHOSE LAND IS OWNED BY A LANDLORD
Tenant farm; Tenant farming; Tenant farmers; Farm tenant; Farm tenancy; Agricultural tenancy
Pächter

Βικιπαίδεια

Pacht
Pacht, Pächter, Verpachtung oder Pachtvertrag steht für:
Παραδείγματα από το σώμα κειμένου για Pacht
1. Zudem würden für Gebäude und Flächen der Holding Pacht fällig.
2. Denn die Duty–free–Eigner zahlen nicht nur Pacht an die Flughäfenbetreiber.
3. Als Reaktion auf erhöhte russische Gaspreisforderungen haben ukrainische Politiker gedroht, eine höhere Pacht für die Schwarzmeerflotte in Sewastopol zu verlangen.
4. Im Ort ärgert man sich, mit welchem Eifer der passionierte Jäger seine Pacht in der Nähe markieren ließ. Jagdrevier Kago steht großspurig auf zahlreichen Schildern mit weißblauem Rautengrund.
5. Zum anderen fiel Kiewer Politikern der zweiten Reihe ein, dass Russland für die Stationierung seiner Schwarzmeerflotte auf der Krim zu wenig Pacht zahle.